- κω(ν)σταντινάτο
- το [Κωνσταντίνος]1. χρυσό νόμισμα που παριστάνει τον Μέγα Κωνσταντίνο και την αγία Ελένη και φοριέται ως κόσμημα ή ως φυλαχτό2. (και ως επίθ.) αυτό που έχει πάνω του χαραγμένη τη μορφή τού Μεγάλου Κωνσταντίνου και τής αγίας Ελένης («φλουρί κωνσταντινάτο»).
Dictionary of Greek. 2013.